16. Ἕνας τὸν ἐπλησίασε καὶ τοῦ εἶπε, «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί καλὸ πρέπει νὰ κάνω διὰ νὰ ἔχω αἰώνιον ζωήν;».
17. Αὐτὸς δὲ τοῦ εἶπε, «Γιατί μὲ λὲς ἀγαθόν; Κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθὸς παρὰ ἕνας, ὁ Θεός. Ἐὰν θέλῃς νὰ μπῇς εἰς τὴν ζωήν, φύλαγε τὰς ἐντολάς».
18. Λέγει εἰς αὐτόν, «Ποιές;». Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπήντησε, «Τὸ Νὰ μὴ φονεύσῃς, Νὰ μὴ μοιχεύσῃς, Νὰ μὴ κλέψῃς, Νὰ μὴ ψευδομαρτυρήσῃς,