22. Καὶ ὁ Πέτρος, ἀφοῦ τὸν ἐπῆρε ἰδιαιτέρως, ἄρχισε νὰ τοῦ μιλῇ εἰς σοβαρὸν τόνον καὶ νὰ τοῦ λέγῃ, «Ὁ Θεὸς νὰ σοῦ φανῇ σπλαγχνικός, Κύριε, ὥστε νὰ μὴ σοῦ συμβῇ τοῦτο».
23. Αὐτὸς δὲ ἐστράφη εἰς τὸν Πέτρον καὶ εἶπε, «Ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· μοῦ εἶσαι σκάνδαλον, διότι δὲν σκέπτεσαι τὰ ἀρεστὰ εἰς τὸν Θεὸν ἀλλὰ τὰ ἀρεστὰ εἰς τοὺς ἀνθρώπους».
24. Τότε εἶπε ὁ Ἰησοῦς εἰς τοὺς μαθητάς του, «Ἐὰν κανεὶς θέλῃ νὰ μὲ ἀκολουθήσῃ, ἂς ἀπαρνηθῇ τὸν ἑαυτόν του καὶ ἂς σηκώσῃ τὸν σταυρόν του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσῃ.
25. Διότι ὅποιος θέλει νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του, αὐτὸς θὰ τὴν χάσῃ. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ χάσῃ τὴν ζωήν του ἐξ αἰτίας μου, αὐτὸς θὰ τὴν βρῇ.
26. Διότι τί ἔχει νὰ ὠφεληθῇ ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον, ζημιωθῇ δὲ τὴν ψυχήν του; Ἢ τί εἶναι δυνατὸν νὰ δώσῃ ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς του;