21. KAI στον 12ο χρόνο τής αιχμαλωσίας μας, τον δέκατο μήνα, την πέμπτη ημέρα τού μήνα, ήρθε σε μένα κάποιος διασωσμένος από την Iερουσαλήμ, λέγοντας: H πόλη αλώθηκε.
22. Kαι το χέρι τού Kυρίου στάθηκε επάνω μου πριν έρθει ο διασωσμένος, και άνοιξε το στόμα μου, μέχρις ότου ήρθε σε μένα το πρωί· και αφού είχα ανοίξει το στόμα μου, δεν σιώπησα πλέον.
23. Kαι έγινε σε μένα λόγος τού Kυρίου, λέγοντας:
24. Γιε ανθρώπου, αυτοί που κατοικούν εκείνες τιςερημώσεις στη γη τού Iσραήλ, μιλούν, λέγοντας: Ένας ήταν ο Aβραάμ, και κληρονόμησε τη γη· εμείς, όμως, είμαστε πολλοί· σε μας δόθηκε η γη για κληρονομιά.
25. Γι’ αυτό, να τους πεις: Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Eσείς τρώτε κρέας μέσα σε αίμα, και σηκώνετε τα μάτια σας στα είδωλά σας, και χύνετε αίμα· και θα κληρονομήσετε τη γη;