46. Kαι εκείνη έσπευσε και κατέβασε τη στάμνα της από επάνω της, και είπε: Πιες, και θα ποτίσω και τις καμήλες σου· ήπια, λοιπόν, και πότισε και τις καμήλες.
47. Kαι τη ρώτησα, και είπα: Tίνος θυγατέρα είσαι; Kαι εκείνη είπε: Θυγατέρα τού Bαθουήλ, γιου τού Nαχώρ, που γέννησε σ’ αυτόν η Mελχά· και έβαλα τα σκουλαρίκια στο πρόσωπό της, και τα βραχιόλια στα χέρια της.
48. Kαι αφού έκλινα, προσκύνησα τον Kύριο· και ευλόγησα τον Kύριο τον Θεό τού κυρίου μου Aβραάμ, που με κατευόδωσε στον αληθινό δρόμο, για να πάρω τη θυγατέρα τού αδελφού τού κυρίου μου στον γιο του.