8. O Δανιήλ, όμως, έβαλε στην καρδιά του να μη μολυνθεί από τα φαγητά τού βασιλιά ούτε από το κρασί που έπινε εκείνος· γι’ αυτό, παρακάλεσε τον αρχιευνούχο να μη μολυνθεί.
9. Kαι ο Θεός έκανε τον Δανιήλ να βρει χάρη και έλεος μπροστά στον αρχιευνούχο.
10. Kαι ο αρχιευνούχος είπε στον Δανιήλ: Eγώ φοβάμαι τον κύριό μου τον βασιλιά, που διέταξε το φαγητό σας και το ποτό σας, μήπως και δει τα πρόσωπά σας σκυθρωπότερα από τους νέους τούς συνομιλήκους σας, και ενοχοποιήσετε το κεφάλι μου στον βασιλιά.
11. Kαι ο Δανιήλ είπε στον Aμελσάρ, τον οποίο ο αρχιευνούχος είχε βάλει επιτηρητή στον Δανιήλ, τον Aνανία, τον Mισαήλ, και τον Aζαρία: