Παροιμιαι 7:3-9 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

3. Πέρασέ τες στο χέρι σου σαν δαχτυλίδι, στην πλάκα της καρδιάς σου χάραξέ τες.

4. Πες τη σοφία «αδερφή» σου κι ονόμασε τη φρόνηση «στενή σου συγγενή»·

5. κι αυτές θα σε φυλάνε απ’ τη γυναίκα του άλλου, από την πόρνη, που πλανεύει με τα λόγια της.

6. Καθώς καθόμουν στου σπιτιού μου το παράθυρο και κοίταζα μέσ’ από το δικτυωτό,

7. είδα τους αφελείς τους νεαρούς κι ανάμεσά τους πρόσεξα έναν ανόητο:

8. Περνούσε στη γωνιά κοντά του δρόμου και προς το σπίτι βάδιζε της πόρνης.

9. Ήτανε βράδυ· κόντευε νύχτα κι έπεφτε το σκοτάδι.

Παροιμιαι 7